τὸ ἔθνος τὸ ἐπὶ τῆς γῆς λιθοβολήσουσιν αὐτὸν ἐν λίθοις → the people of the land shall stone them to death
Full diacritics: ὁμοθῡμέω | Medium diacritics: ὁμοθυμέω | Low diacritics: ομοθυμέω | Capitals: ΟΜΟΘΥΜΕΩ |
Transliteration A: homothyméō | Transliteration B: homothymeō | Transliteration C: omothymeo | Beta Code: o(moqume/w |
A v.l. for ὁμονοέω, X.Cyr. 4.2.47.
[Seite 334] einmüthig sein, bei Xen. Cyr. 4, 2, 47 Lesart der mss. für ὁμονοέω.
ὁμοθῡμέω: διάφ. γραφ. ἀντὶ ὁμονοέω, Ξεν. Κύρ. 4. 2. 47. ― Ἴδε Κόντου Φιλολ. Ποικίλα ἐν Ἀθηνᾶς τ. Α΄, σ. 170.