εἰσαγγέλλω

From LSJ
Revision as of 10:54, 5 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (6_13b)

μὴ εἴπῃς ὠς οὐκ ἔστι Ζεύς → don't say that there is no Zeus

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: εἰσαγγέλλω Medium diacritics: εἰσαγγέλλω Low diacritics: εισαγγέλλω Capitals: ΕΙΣΑΓΓΕΛΛΩ
Transliteration A: eisangéllō Transliteration B: eisangellō Transliteration C: eisaggello Beta Code: ei)sagge/llw

English (LSJ)

   A go in and announce a person, Hdt. 3.118, Lys.1.20, etc.; πρός τινα X.Cyr.8.3.20.    b submit a person's name, PCair.Preis.18.7 (iv A.D.), etc.    2 take a messagein, E.Ba.173 : generally, announce, report a thing, τὰ ἐσαγγελλόμενα Th.6.41; of the senses, εἰ. πολλὰς διαφοράς Arist.Sens.437a2, cf. Insomn.461b3:—Pass., ἐσαγγελθέντων ὅτι.. information having been given that..., Th.1.116, cf.3.3,6.52.    3 lay information, = μηνύω, X.HG3.3.5, OGI669.39(Egypt, i A.D.).    II in the technical sense of εἰσαγγελία, lay an impeachment, περί τινος εἰς τὴν βουλήν Antipho 6.35, cf. And.1.37: abs., D.18.13; τινὰ περί τινος Id.20.79; τινὰ τῇ βουλῇ And.2.21; ἐν τῷ δήμῳ περί τινος Delat. ap. eund.1.14; τινὰ πρὸς τοὺς ἄρχοντας Pl.Lg.763e; τοῖς νομοφύλαξιν ib.910c; τινὰ εἰς τὸν δῆμον ἐπὶ τυραννίδος αἰτίᾳ D.H.8.77: c.inf., εἰ. τινὰ δημηγορεῖν Lys. 10.1:—Med., εἰσαγγειλαμένων τῶν στρατηγῶν SIG742.21 (Ephesus, i B.C.):—Pass., to be impeached, D.18.250, Hyp.Eux.3.

German (Pape)

[Seite 739] 1) ankündigen, anmelden; bei Hofe, Her. 3, 118; vom Thürsteher, Plat. Prot. 314 e; Xen. Symp. 1, 11; vgl. Cyr. 8, 3, 20; Eur. Bacch. 173; übh. melden, berichten, Thuc. 1, 117, oft. – 2) in Athen, wegen eines Staatsverbrechens anklagen, eine εἰσαγγελία (w. m. s.) einbringen; absolut, Antiph. 6, 12; pass., Thuc. 1, 131; ἐν τῷ δἠμῳ περί τινος, Andoc. 1, 14; τῇ βουλῇ, 2, 21; τοῖς νομοφύλαξιν, Plat. Legg. X, 910 b; πρὸς τοὺς ἄρχοντας, VI, 763 e, wie Is. 3, 46; εἰς τὴν βουλὴν περί τινος, Antiph. 6, 35; τινὰ περὶ προδοσίας, Dem. 20, 79; τινὰ ἀποβεβληκότα τὰ ὅπλα, daß er die Waffen weggeworfen, Lys. 10, 1; τινὰ εἰς τὸν δῆμον ἐπὶ τυραννίδος αἰτίᾳ, Dion. Hal. 8, 11; mit folgdm inf., 7, 61.

Greek (Liddell-Scott)

εἰσαγγέλλω: μέλλ. -ελῶ, εἰσέρχομαι καὶ ἀναγγέλλω τινά τινι (πρβλ. εἰσαγγελεύς), τοῦτο ἦτο ἔργον τοῦ πυλωροῦ ἢ θυρωροῦ, Ἡρόδ. 3. 118, Εὐρ. Βάκχ. 173, Λυσ. 93. 32, κτλ.· πρός τινα Ξεν. Κύρ. 8. 3, 20· εἰσαγγελθεὶς εἰς τὸν ἄρχοντα Ἰσαῖος 44. 16· ὁ εἰσαγγείλας Ξεν. Ἑλλ. 3. 3, 5. 2) ἀναγγέλλω, γνωστοποιῶ τι, τὰ ἐσαγγελλόμενα Θουκ. 6. 41· ἐπὶ τῶν αἰσθήσεων, εἰσ. πολλὰς διαφορὰς Ἀριστ. π. Αἰσθ. 1. 8, πρβλ. π. Ἐνυπν. 3. 7: - Παθ., ἐσαγγελθέντων ὅτι..., Θουκ. 1. 116, πρβλ. 3. 3., 6. 52. ΙΙ. ἐν τῇ τεχνικῇ σημασίᾳ τῆς λέξ. εἰσαγγελία, καταγγέλλω τινὰ περί τινος, κατηγορήσειν ἔμελλον Ἀριστίωνος περὶ ὧν εἰσήγγειλα εἰς τὴν βουλὴν Ἀντιφῶν 14. 5. 27, πρβλ. Ἀνδοκ. 6. 6, Δημ. 229. 21., 481. 4· τινὰ τῇ βουλῇ Ἀνδοκ. 22. 25· τινὰ ἐν τῷ δήμῳ περί τινος παρὰ τῷ αὐτῷ 3. 7· τινὰ πρὸς τοὺς ἄρχοντας Πλάτ. Νόμ. 763E· τινὰ εἰς τὸν δῆμον ἐπὶ τυραννίδος αἰτίᾳ Διον. Ἁλ. 8. 77· μετ’ ἀπαρ., εἰσ. τινὰ δημηγορεῖν Λυσ. 116. 17: - Παθ., καταγγέλλομαι, ἐνάγομαι, Δημ. 310. 17, Ὑπερείδ. ὑπὲρ. Εὐξεν. 18.