κυδιάνειρα

From LSJ
Revision as of 09:48, 5 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (6_9)

εἰ ἀποκρυπτόντων τῶν Μήδων τὸν ἥλιον ὑπὸ σκιῇ ἔσοιτο πρὸς αὐτοὺς ἡ μάχη καὶ οὐκ ἐν ἡλίῳ → if the Medes hid the sun, the battle would be to them in the shade and not in the sun

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κῡδῐάνειρα Medium diacritics: κυδιάνειρα Low diacritics: κυδιάνειρα Capitals: ΚΥΔΙΑΝΕΙΡΑ
Transliteration A: kydiáneira Transliteration B: kydianeira Transliteration C: kydianeira Beta Code: kudia/neira

English (LSJ)

[ᾰν], ἡ, (κῦδος) fem.Adj.

   A bringing men glory or renown, Homeric epith. of μάχη, Il.4.225, al.; once of the ἀγορή, 1.490; of Φύσις, Orph.H.10.5.    II Pass., glorified by men, famous for men, Σπάρτα APl.1.1 (Damag.).

German (Pape)

[Seite 1524] ἡ (das mascul. kommt nicht vor, vgl. βωτιάνειρα, ἀντιάνειρα), den Mann verherrlichend, dem Manne Ruhm bringend; häufiges Beiwort von μάχη, Il. 4, 225 u. sonst; einmal auch ἀγορή, 1, 490; Damaget. 3 (Plan. 1) nennt so auch Sparta, das von Männern verherrlichte, durch Männer berühmt gewordene.

Greek (Liddell-Scott)

κῡδιάνειρα: ἡ, (κῦδος) ὡς τὸ ἀντιάνειρα, βωτιάνειρα, κτλ., ὡς ἐξ ἀρσ. εἰς -άνωρ, ἡ εἰς τοὺς ἄνδρας προξενοῦσα δόξαν, ἡ λαμπρύνουσα αὐτοὺς καὶ καθιστῶσα περιφήμους, Ὁμηρ. ἐπίθ. τοῦ μάχη, Ἰλ. Δ. 255, κτλ.· ἅπαξ ἐπὶ τῆς ἀγορᾶς, εἰς ἀγορήν... κυδιάνειραν Α. 490· ἐπὶ τῆς Φύσεως, Ὀρφ. Ὕμν. 10. 5. ΙΙ. Παθ., δοξασθεὶς ὑπὸ ἀνδρῶν, πεφημισμένος δι’ ἄνδρας, Σπάρτη Ἀνθ. Πλαν. 1. 1.