μηλολόνθη

From LSJ
Revision as of 10:17, 5 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (6_10)

Ὅστις γὰρ ἐν πολλοῖσιν ὡς ἐγὼ κακοῖς ζῇ, πῶς ὅδ' Οὐχὶ κατθανὼν κέρδος φέρει; → For one who lives amidst such evils as I do, how could it not be best to die?

Sophocles, Antigone, 464-5
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μηλολόνθη Medium diacritics: μηλολόνθη Low diacritics: μηλολόνθη Capitals: ΜΗΛΟΛΟΝΘΗ
Transliteration A: mēlolónthē Transliteration B: mēlolonthē Transliteration C: milolonthi Beta Code: mhlolo/nqh

English (LSJ)

ἡ,

   A cockchafer, Ar.Nu.764, Artem.2.22; ἔχει ἐν ἐλύτρῳ τὰ πτερά Arist.HA490a15,532a23; τὸ πτερὸν ἔχει ἐν κολεῷ ib.531b25: μηλολάνθη, Poll.9.122,124:—Dim. μηλολόνθιον, τό, Sch.Ar.V.1332.

German (Pape)

[Seite 173] ἡ, der Goldkäfer, Arist. H. A. 1, 5; aus Ar. Nubb. 753, ἀποχάλα τὴν φροντίδ' εἰς τὸν ἀέρα λινόδετον ὥςπερ μηλολόνθην τοῦ ποδός, geht hervor, daß er den Knaben wie bei uns der Maikäfer zum Spiele diente; VLL. – Bei Suid. auch eine Blume.

Greek (Liddell-Scott)

μηλολόνθη: ἡ, ζῳΰφιον χρυσίζον κανθάρῳ ὅμοιον, χρυσοκάνθαρος, κοινῶς «βίσβιζας», Melolonthus aurata, λινόδετον ὥσπερ μηλολόνθην τοῦ ποδὸς (ὡς ποιοῦσι καὶ νῦν ἔτι τὰ παιδία δένοντες αὐτὴν ἐκ τοῦ ποδὸς διὰ κλωστῆς καὶ ἀφίνοντες νὰ πετᾷ εἰς τὸν ἀέρα καὶ νὰ βομβῇ) Ἀριστοφ. Νεφ. 763· ἔχει ἐν ἐλύτρῳ τὰ πτερὰ Ἀριστ. π. τὰ Ζ. Ἱστ. 1. 5, 12· τὸ πτερὸν ἔχει ἐν κολεῷ αὐτόθι 4. 7, 1· μηλολάνθη παρὰ Πολυδ. Θ΄, 122, 124, 125· - ὑποκορ. μηλολόνθιον, τό, Σχόλ. εἰς Ἀριστοφ. Σφ. 1332.