ποταμηγός
From LSJ
ἄπαγ' ἐς μακαρίαν ἐκποδών → get lost, buzz off, on yer bike, bug off, bugger off, clear out, clear off, take a hike, beat it, scram, get out of here, get outta here
English (LSJ)
όν, (ἄγω)
A towed upon a river, going by river, σκάφαι D.H.2.53,55, 3.56.
German (Pape)
[Seite 688] auf dem Flusse geführt, gezogen, von Schiffen, auf Flüssen fahrend, D. Hal. 2, 53.
Greek (Liddell-Scott)
ποτᾰμηγός: -όν, (ἄγω) ἐπὶ ποταμίου σκάφους, κυρίως τοῦ ῥυμουλκουμένου ἐκ τῆς ξηρᾶς, ἀγομένης εἰς τὴν Ρώμην ἀγορᾶς ἐν σκάφαις ποταμηγοῖς Διον. Ἁλ. 2. 53, 55., 3. 56.