ψευδάργυρος

From LSJ
Revision as of 06:29, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (47c)

ὕδωρ δι' ἀκριβείας ἐστί τινι → water is scarce for someone

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ψευδάργῠρος Medium diacritics: ψευδάργυρος Low diacritics: ψευδάργυρος Capitals: ΨΕΥΔΑΡΓΥΡΟΣ
Transliteration A: pseudárgyros Transliteration B: pseudargyros Transliteration C: psevdargyros Beta Code: yeuda/rguros

English (LSJ)

ὁ,

   A false silver, i. e. perh.zinc, Str.13.1.56.

German (Pape)

[Seite 1393] ὁ, falsches, unächtes Silber, bei Strab. XIII p. 610 das Zink.

Greek (Liddell-Scott)

ψευδάργῠρος: ὁ, ψευδὴς ἄργυρος, πιθανῶς ὁ καὶ νῦν καλούμενος οὕτω, κοινῶς δὲ «τσίγκος», Στράβ. 610.

Greek Monolingual

ο, ΝΑ
είδος μετάλλου με μέτρια σκληρότητα και αντοχή, που επιδέχεται καλή στίλβωση, κν. γνωστό σήμερα ως τσίγκος
νεοελλ.
χημ. μεταλλικό χημικό στοιχείο με σύμβολο Zn, ατομικό αριθμό 30 και ατομικό βάρος 65,38, μεγάλης οικονομικής, τεχνολογικής και βιολογικής σημασίας.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ψευδ(ο)- + ἄργυρος].