συστράτηγος

From LSJ
Revision as of 12:40, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (40)

Βιοῦν ἀλύπως θνητὸν ὄντ' οὐ ῥᾴδιον → Mortalis ullus vix sit exsors tristium → Schwer ist's für Sterbliche zu leben ohne Leid

Menander, Monostichoi, 58
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συστρᾰτηγος Medium diacritics: συστράτηγος Low diacritics: συστράτηγος Capitals: ΣΥΣΤΡΑΤΗΓΟΣ
Transliteration A: systrátēgos Transliteration B: systratēgos Transliteration C: systratigos Beta Code: sustra/thgos

English (LSJ)

(proparox.), ὁ,

   A fellow-general, E.Ph.745, Th.2.58, X.An.2.6.29, Μους. Σμυρν. 1878p.54 (Erythrae), etc.

German (Pape)

[Seite 1045] ὁ, Mitfeldherr, College des στρατηγός; Eur. Phoen. 745; Thuc. 2, 58; Xen. An. 2, 6, 29.

Greek (Liddell-Scott)

συστράτηγος: ὁ, ὁ στρατηγῶν μετ’ ἄλλου, μετέχων τῆς στρατηγίας, Εὐρ. Φοίν. 745, Θουκ. 2. 58, Πλάτ., Ξεν., κλπ· θηλ. συστρατηγέτις, ιδος, Νικήτ. Χων. 1, σ. 13D.

French (Bailly abrégé)

c. συστρατηγός.

Greek Monolingual

ο, ΝΜΑ, θηλ. συστρατηγέτις, -ιδος, Μ
αυτός που είναι μαζί με άλλον στρατηγός.
[ΕΤΥΜΟΛ. < συν- + στρατηγός.