ὑπόμιγμα
From LSJ
Ζῆν οὐκ ἄξιος, ὅτῳ μηδὲ εἷς ἐστι χρηστὸς φίλος → Life is not worth living if you do not have at least one friend.
Greek (Liddell-Scott)
ὑπόμιγμα: τὸ, μῖγμα, Πλούτ. 2. 934D.
French (Bailly abrégé)
ατος (τό) :
mélange en dessous, mélange.
Étymologie: ὑπομίγνυμι.
Russian (Dvoretsky)
ὑπόμιγμα: ατος τό примесь Plut.