ἀμφιταλαντεύω
From LSJ
Λυπεῖ με δοῦλος δεσπότου μεῖζον φρονῶν → Servus molestu'st supra herum sese efferens → Ein Ärgernis: ein Sklave stolzer als sein Herr
English (LSJ)
A cause to weigh evenly on both sides, Nonn.D.1.183, cf. 6.110.
German (Pape)
[Seite 144] von allen Seiten erwägen, Nonn. D. 1, 183. 6, 110.
Greek (Liddell-Scott)
ἀμφιτᾰλαντεύω: σταθμίζω τι οὕτως ὥστε πρὸς ἅπαντα τὰ μέρη νὰ κλίνῃ ἐξ ἴσου, Νόνν. Δ. 1. 183.
Spanish (DGE)
(ἀμφιτᾰλαντεύω)
equilibrar, poner igual peso γείτονος ... κύκλου ἀμφιταλαντεύοντος ἰσόζυγον ἦμαρ ὀμίχλῃ mientras la vecina constelación (Aries) pesa en partes iguales el día y la noche Nonn.D.1.183, ζυγόν Nonn.D.6.110.