λόγος γέ τοί τις ἔστι τῶν γεραιτέρων, ὅσ' ἂν ἀνόητ' ἢ µῶρα βουλευσώµεθα, ἅπαντ' ἐπὶ τὸ βέλτιον ἡµῖν ξυµφέρειν → there is in fact a saying among the elders, that whatever thoughtless, stupid decisions we make, they all turn out for the best for us
βρασμώδης: -ες, (εἶδος) ἀναβράζων, προξενῶν κλονισμόν, κίνησις Γρηγ. Νύσσ. 1, 160 (Migne).
-ες
tembloroso, διά τινος κλόνου καὶ βρασμώδους κινήσεως Gr.Nyss.M.44.160C.
βρασμώδης, -ες (Α) βρασμός
αυτός που προκαλεί βρασμό, κλονισμό.