rapaz
From LSJ
Μέμνησο νέος ὤν, ὡς γέρων ἔσῃ ποτέ → Iuvenis memento te fore aliquando senem → Bedenke jung schon, dass dereinst ein Greis du bist
Spanish > Greek
ἅρπαγος, ἀρπακτής, ἀφάρπαξ, ἁρπαστικός, ἀρπαλέος, ἁρπακτήριος, ἅρπαξ, ἁρπακτικός, ἁρπακτήρ, ==Spanish > Greek== ἴρηξ, ἱάραξ, ἱέραξ