δυσικός
From LSJ
Ἐς δὲ τὰ ἔσχατα νουσήματα αἱ ἔσχαται θεραπεῖαι ἐς ἀκριβείην, κράτισται → For extreme diseases, extreme methods of cure, as to restriction, are most suitable.
English (LSJ)
ή, όν,
A = δυτικός, PLond.1.98.51.
Spanish (DGE)
-ή, -όν
occidental, de poniente πύλαι Hierocl.Facet.110, ἄνεμος Sch.Opp.H.1.793, δυσικοῦ ὄντος ἡλίου en la puesta de sol Ps.Callisth.3.35Γ
•subst. τὸ δ. punto celeste descendente, PLond.98.51 (I/II d.C.).