παλινάγγελος
From LSJ
Μακάριος, ὅστις ἔτυχε γενναίου φίλου → Generosa amicus mente , felicis bonum → Glückselig ist, wer einen edlen Freund gewinnt
English (LSJ)
ον,
A bringing messages to and fro, Hsch., Phot., Suid.
German (Pape)
[Seite 450] hin und wieder, von beiden Seiten Botschaft bringend, VLL. erkl. ὀπίσω ἐπανελθὼν ἄγγελος.
Greek (Liddell-Scott)
πᾰλινάγγελος: -ον, «ὁ ἐξ ὑποστροφῆς ἄγγελος, ὅταν ἀπαγγείλας τινὶ ἀπὸ τούτου ἑτέραν φάσιν ἀποφέρῃ». ― Κατὰ Φώτ. καὶ Σουΐδ.: «παλινάγγελος: ὀπίσω ἐπανελθὼν ἄγγελος».