παραείδω
From LSJ
ἐλαχίστου ἐδέησε διαφθεῖραι → narrowly missed destroying
English (LSJ)
A sing beside or to one, τινι Od.22.348.
German (Pape)
[Seite 478] dabei singen, Einem vorsingen, τινί, Od. 22, 348.
Greek (Liddell-Scott)
παραείδω: ᾄδω παρά τινι ἢ ἐνώπιόν τινος, ἔοικα δέ τοι παραείδειν ὥς τε Θεῷ Ὀδ. Χ. 348.
French (Bailly abrégé)
chanter auprès de, accompagner en chantant, τινι.
Étymologie: παρά, ἀείδω.