Μέμνησο νέος ὤν, ὡς γέρων ἔσῃ ποτέ → Iuvenis memento te fore aliquando senem → Bedenke jung schon, dass dereinst ein Greis du bist
Full diacritics: τρῐμελής | Medium diacritics: τριμελής | Low diacritics: τριμελής | Capitals: ΤΡΙΜΕΛΗΣ |
Transliteration A: trimelḗs | Transliteration B: trimelēs | Transliteration C: trimelis | Beta Code: trimelh/s |
ές,
A consisting of three μέλη, νόμος Plu.2.1132d; v. τριμερής.
τρῐμελής: -ές, ὁ συνιστάμενος ἐκ τριῶν μελῶν (πρβλ. τριμερής), Πλούτ. 2. 1132D.
ής, ές :
qui se compose de trois mélodies.
Étymologie: τρεῖς, μέλος.