φαρμακία
From LSJ
English (LSJ)
Ion. -ιη,
A = φαρμακεία, Hp.Decent.10, LXXEx.7.11 (pl.), Man.2.310.
German (Pape)
[Seite 1256] ἡ, poet. = φαρμακεία, sp. D.
Greek (Liddell-Scott)
φαρμᾰκία: Ἰων. -ίη, ποιητ. ἀντὶ φαρμακεία, Μανέθων 2. 310, Χρησμ. Σιβ., κλπ.