συνεστέον

From LSJ
Revision as of 19:04, 30 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (6)

τίς Ἑλλὰς ἢ βάρβαρος ἢ τῶν προπάροιθ' εὐγενετᾶν ἕτερος ἔτλα κακῶν τοσῶνδ' αἵματος ἁμερίου τοιάδ' ἄχεα φανερά → what woman Greek or foreign or what other scion of ancient nobility has endured of mortal bloodshed's woes so many, such manifest pains

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συνεστέον Medium diacritics: συνεστέον Low diacritics: συνεστέον Capitals: ΣΥΝΕΣΤΕΟΝ
Transliteration A: synestéon Transliteration B: synesteon Transliteration C: synesteon Beta Code: suneste/on

English (LSJ)

(σύνειμι)

   A one must associate with, Πρωταγόρᾳ Pl.Prt. 313b.

Greek (Liddell-Scott)

συνεστέον: ῥημ. ἐπίθετ. τοῦ σύνειμι (εἰμί), δεῖ συνεῖναι, ὡς ἤδη ἐγνωκὼς ὅτι πάντως συνεστέον Πρωταγόρᾳ Πλάτ. Πρωτ. 313Β.

Greek Monotonic

συνεστέον: ρημ. επίθ. του σύνειμι (εἰμί, Λατ. sum), πρέπει κάποιος να συντροφεύσει κάποιον άλλο, τινί, σε Πλάτ.