μονοείδεια

From LSJ
Revision as of 07:39, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (25)

Ἐλεεινότατόν μοι φαίνετ' ἀτυχία φίλου → Miseria amici mihi suprema est miseria → Am meisten Mitleid, scheint's, heischt eines Freundes Leid

Menander, Monostichoi, 180
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μονοείδεια Medium diacritics: μονοείδεια Low diacritics: μονοείδεια Capitals: ΜΟΝΟΕΙΔΕΙΑ
Transliteration A: monoeídeia Transliteration B: monoeideia Transliteration C: monoeideia Beta Code: monoei/deia

English (LSJ)

ἡ,

   A uniformity, S.E.M.1.117.    II singularity, ib. 226.

German (Pape)

[Seite 203] ἡ, Einförmigkeit, Sext. Emp. adv. gramm. 117. 226.

Greek (Liddell-Scott)

μονοείδεια: ἡ, τὸ οὐσιαστ. τοῦ μονοειδής, τὸ ὁμοιόμορφον, Σέξτ. Ἐμπ. π. Μ. 1. 117. ΙΙ. τὸ μοναδικόν, αὐτόθι 226. ― Ἐπίρρ., μονοειδῶς, ὁμοιομόρφως, Πτολεμ. Τετράβ. 120, Σέξτ. 757, 9, κλ.

Greek Monolingual

μονοείδεια, ἡ (Α) μονοειδής
ομοιομορφία.