παρυπάτη

From LSJ
Revision as of 12:15, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (31)

οὐκ ἐν τῷ πολλῷ τὸ εὖ, ἀλλ' ἐν τῷ εὖ τὸ πολύgood is not found in plenty but plenty in good, quality matters more than quantity

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: παρῠπάτη Medium diacritics: παρυπάτη Low diacritics: παρυπάτη Capitals: ΠΑΡΥΠΑΤΗ
Transliteration A: parypátē Transliteration B: parypatē Transliteration C: parypati Beta Code: parupa/th

English (LSJ)

[πᾰ] (sc. χορδή), ἡ,

   A string next the ὑπάτη (q.v.), Arist. Pr.917b30, Plu.2.1134f, etc.

German (Pape)

[Seite 529] ἡ, sc. χορδή, die Saite neben der ersten od. obersten, fem. von παρύπατος; Arist. probl. 19, 3; Music.; vgl. Anon. de Mus. Bellerm. p. 61.

Greek (Liddell-Scott)

παρῠπάτη: (ἐξυπακ. χορδή), ἡ παρὰ τὴν ὑπάτην, ἡ ἀμέσως μετὰ τὴν πρώτην χορδή, ἡ δευτέρα ἐκ τῶν πέντε, Ἀριστ. Προβλ. 19. 3, Πλούτ. 2. 1134F, κτλ.· πρβλ. παραμέση.

Greek Monolingual

ἡ, Α
η δεύτερη χορδή, ο δεύτερος φθόγγος του συστήματος, της κλίμακας της αρχαίας μουσικής.
[ΕΤΥΜΟΛ. < παρ(α)- + ὑπάτη (χορδή) «η υψηλότερη χορδή της λύρας»].