νῆα μὲν οἵ γε μέλαιναν ἐπ' ἠπείροιο ἔρυσσαν ὑψοῦ ἐπὶ ψαμάθοις, ὑπὸ δ' ἕρματα μακρὰ τάνυσσαν → they pushed the black ship up over the sand onto dry land and placed long beams under her
[Seite 1412] τό, äol. = ὄνομα.
ὤνομα: Αἰολ. ἀντὶ ὄνομα.
éol. c. ὄνομα.
ὤνομα: τό, Αιολ. αντί ὄνομα.
ὤνομα: τό эол. = ὄνομα.