νεκροκορίνθια
From LSJ
χαῖρ', ὦ μέγ' ἀχρειόγελως ὅμιλε, ταῖς ἐπίβδαις, τῆς ἡμετέρας σοφίας κριτὴς ἄριστε πάντων → all hail, throng that laughs untimely on the day after the festival, best of all judges of our poetic skill
English (LSJ)
τά,
A vases dug out of the tombs of Corinth, Str.8.6.23.
German (Pape)
[Seite 237] τά, nannte man in Rom die aus den Gräbern in Korinth ausgegrabenen Aschenkrüge von künstlicher Arbeit, Strab. 8, 6, 23.
Greek (Liddell-Scott)
νεκροκορίνθια: τά, ἐν Ρώμῃ ἐλέγοντο οὕτω τὰ ἐκ τῶν ἐν Κορίνθῳ τάφων ληφθέντα τορεύματα καὶ μάλιστα τὰ ὀστράκινα, Στράβ. 381.
Greek Monolingual
νεκροκορίνθια, τὰ (Α)
(στη Ρώμη) πήλινα αγγεία που είχαν εξαχθεί από τους τάφους της Κορίνθου και είχαν μεταφερθεί στη Ρώμη.
Greek Monotonic
νεκροκορίνθια: τά, τεφροδόχοι υδρίες από τους τάφους της Κορίνθου που μεταφέρθηκαν στη Ρώμη, σε Στράβ.