ask
τὸ δὲ ποιεῖν ἄνευ νοῦ ἃ δοκεῖ καὶ σὺ ὁμολογεῖς κακὸν εἶναι: ἢ οὔ → but doing what one thinks fit without intelligence is—as you yourself admit, do you not?—an evil
English > Greek (Woodhouse)
v. trans.
or absol.
Ask a question: P. and V. ἐρωτᾶν (τινά τι), ἐρέσθαι (τινά τι) (2nd. aor.), ἀνερωτᾶν (τινά τι), ἐπερέσθαι (τινά τι) (2nd aor.), πυνθάνεσθαι (τινός τι), Ar. and P. ἐπερωτᾶν (τινά τι), Ar. and V. ἐκπυνθάνεσθαι (τινός τι), V. ἱστορεῖν (τινά τι), ἀνιστορεῖν (τινά τι), ἐξιστορεῖν (τινά τι), ἐξερωτᾶν (τινά), ἐξερέσθαι (τινά) (2nd aor.), πεύθεσθαι (τινός τι); see inquire.
Ask in addition: P. προσερωτᾶν, προσανερωτᾶν.
Ask again: Ar. and P. ἐπανερωτᾶν.
Ask in return: P. ἀντερωτᾶν.
Ask as a request: P. and V. αἰτεῖν (τινά τι), αἰτεῖσθαί (τινά τι), παραιτεῖσθαί (τινά τι), ἀπαιτεῖν (τινά τι), δεῖσθαί (τινός τι), προσαιτεῖν (τινά τι), V. ἐξαιτεῖν (τινά τι), ἐξαιτεῖσθαί (τι).
Entreat: P. and V. αἰτεῖν, ἱκετεύειν, δεῖσθαι (gen.), Ar. and P. ἀντιβολεῖν V. λίσσεσθαι, ἀντιάζειν, προσπίτνειν, ἐξικετεύειν, Ar. and V. ἄντεσθαι, ἱκνεῖσθαι; see entreat.
Ask, entreat in return: P. ἀντιδεῖσθαι (gen.).
Join in asking: P. συνδεῖσθαι (gen.).
Ask to do a .thing: P. and V. αἰτεῖν (τινά, infin.), ἀξιοῦν (τινά, infin.), δεῖσθαί (τινος, infin.). παραιτεῖσθαί (τινα, infin.), V. ἀπαιτεῖν (τινά, infin.).
Demand: P. and V. ἀξιοῦν (infin.), δικαιοῦν (infin.). see claim.
Invite: P. and V. καλεῖν, παρακαλεῖν.
Ask back, demand back: P. and V. ἀπαιτεῖν.
Ask for: P. and V. αἰτεῖν (acc.) or mid., ἀπαιτεῖν (acc.), V. ἐξαιτεῖν (acc.) or mid.
As a favour: P. and V. παραιτεῖσθαι (τινά τι), προσαιτεῖν (τινά τι), V. ἐπαιτεῖν (τινά τι).
Given, not asked for: V. δωρητὸς οὐκ αἰτητός (Soph., O.R. 384).
Ask for in return: P. ἀνταπαιτεῖν (acc.).