набрасывать
From LSJ
Πολλὰ τὰ δεινὰ κοὐδὲν ἀνθρώπου δεινότερον πέλει → There are many wondrous things in this world, but none more wondrous than humans
Russian > Greek
ἐπιρρίπτω, ἐπιβάλλω, ἐπιδικέω, ἐπεμβάλλω, ἀμφιβάλλω, ἀναβάλλω, ἀμβάλλω, προπαραβάλλομαι, ὑποτυπόω, παραβάλλω, προϋπογράφομαι, καθάπτω, ἀμφιχέω, περικαλύπτω, διαγράφω