ἀκεσίμβροτος

From LSJ
Revision as of 06:48, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (2)

ἑνὸς ἀτόπου δοθέντος τἆλλα συμβαίνει → one absurdity having been given, the others follow

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀκεσίμβροτος Medium diacritics: ἀκεσίμβροτος Low diacritics: ακεσίμβροτος Capitals: ΑΚΕΣΙΜΒΡΟΤΟΣ
Transliteration A: akesímbrotos Transliteration B: akesimbrotos Transliteration C: akesimvrotos Beta Code: a)kesi/mbrotos

English (LSJ)

[ᾰ], ον,

   A healing mortals, of Asclepius, Orph.L.8; ἀ. ἄνθος Poet. deherb.146.

German (Pape)

[Seite 71] Menschen heilend, Asklepios, bei Orph. Lith. 8.

Greek (Liddell-Scott)

ἀκεσίμβροτος: [ᾰ], -ον, ὁ θεραπεύων βροτούς, περὶ τοῦ Ἀσκληπιοῦ, Ὀρφ. Λιθ. 8.

Greek Monolingual

ἀκεσίμβροτος, ο (Α)
αυτός που θεραπεύει τους βροτούς, τους θνητούς (αποδίδεται στον Ασκληπιό, Ορφ. Λιθ. 8).
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἀκέομαι + βροτός
πρβλ. τερψίμβροτος.