τῶν λεγομένων τά μέν κατά συμπλοκήν λέγεται, τά δέ ἄνευ συμπλοκῆς → forms of speech are either simple or composite (Aristotle, Categoriae 1a16-17)
Full diacritics: μυιϊκός | Medium diacritics: μυιϊκός | Low diacritics: μυιϊκός | Capitals: ΜΥΙΪΚΟΣ |
Transliteration A: myiïkós | Transliteration B: muiikos | Transliteration C: myiikos | Beta Code: muii+ko/s |
ή, όν,
A of or belonging to a fly, Gloss.
[Seite 216] von der Fliege, Sp.
μυιϊκός: -ή, -όν, ὁ ἀνήκων εἰς μυίαν, Γλωσσ.
μυιϊκός, -ή, -όν (Α) μυία
αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στη μύγα.