τιμάξιος

From LSJ
Revision as of 12:57, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (41)

Πολλῶν ὁ καιρὸς γίγνεται διδάσκαλος → Rebus magistra plurimis occasio → Zum Lehrer wird für viele die Gelegenheit

Menander, Monostichoi, 449
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τῑμάξιος Medium diacritics: τιμάξιος Low diacritics: τιμάξιος Capitals: ΤΙΜΑΞΙΟΣ
Transliteration A: timáxios Transliteration B: timaxios Transliteration C: timaksios Beta Code: tima/cios

English (LSJ)

ον,

   A worthy of honour: Sup. -ώτατος, as a title, POxy. 943.9 (vi A.D.).

Greek Monolingual

-ον, Α
1. ο άξιος τιμής και σεβασμού, αξιοσέβαστος
2. (κυρίως το αρσ. του υπερθ. βαθμού) τιμαξιώτατος
τιμητική προσφώνηση επίσημων προσώπων.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τιμή + ἄξιος.