διαστολικόν

From LSJ
Revision as of 06:27, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (9)

ποίαν παρεξελθοῦσα δαιμόνων δίκην; (Sophocles, Antigone 921) → What law of the gods have I transgressed?

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: διαστολικόν Medium diacritics: διαστολικόν Low diacritics: διαστολικόν Capitals: ΔΙΑΣΤΟΛΙΚΟΝ
Transliteration A: diastolikón Transliteration B: diastolikon Transliteration C: diastolikon Beta Code: diastoliko/n

English (LSJ)

τό,

   A official notification of payment due, writ, POxy.68.33 (ii A. D.), al.; in full, δ. ὑπόμνημα BGU613.18.

Spanish (DGE)

-οῦ, τό
notificación, comunicación y esp. citación, requerimiento judicial o admin. τὸ διαστολικόν: ἐξ ἧς ἐποιησάμην ... διαστολικοῦ μεταδόσεως ... κατὰ Ἡρατίωνος ... POxy.3464.5 (I d.C.), δ. εἰς Γάιον PSI 941.15, οὐ δεόντως μετέδωκέ μοι δ. POxy.68.33, cf. BGU 1574.10, ᾧ ... δ. μετέδομεν περὶ τοῦ μὴ δεόντως ἠγορακέναι POxy.1203.6, cf. PFam.Teb.24.98, PMich.617.10 (todos II d.C.)
orden de pago, cheque, POxy.533.4 (II/III d.C.)
tb. como adj. de notificación o citación μεταδόντες αὐτῷ ... διαστολικὸν ὑπόμνημα κατελθεῖν εἰς τὸν διαλογισμόν PRyl.119.32 (I d.C.), cf. PMil.Vogl.265.13, BGU 613.18, PVindob.Salomons 5.15 (todos II d.C.).

Greek Monolingual

διαστολικόν, το (Α)
1. έγγραφη κοινοποίηση του ποσού και της διορίας για οφειλόμενη πληρωμή
2. εντολή για πληρωμή.