πόθῳ δὲ τοῦ θανόντος ἠγκιστρωμένη ψυχὴν περισπαίροντι φυσήσει νεκρῷ → pierced by sorrow for the dead shall breathe forth her soul on the quivering body
Ar. and P. ἀμελής, P. ἀφρόντιστος (Xen.), ἀπερίσκεπτος.
extravagant: P. ἄσωτος, δαπανηρός.