δέψα
From LSJ
τῶν λεγομένων τά μέν κατά συμπλοκήν λέγεται, τά δέ ἄνευ συμπλοκῆς → forms of speech are either simple or composite (Aristotle, Categoriae 1a16-17)
τῶν λεγομένων τά μέν κατά συμπλοκήν λέγεται, τά δέ ἄνευ συμπλοκῆς → forms of speech are either simple or composite (Aristotle, Categoriae 1a16-17)
Full diacritics: δέψα | Medium diacritics: δέψα | Low diacritics: δέψα | Capitals: ΔΕΨΑ |
Transliteration A: dépsa | Transliteration B: depsa | Transliteration C: depsa | Beta Code: de/ya |
ἡ,
[Seite 555] ἡ, die gegerbte Haut, VLL.
δέψα: ἡ, ἡ βύρσα ἡ δεδεψημένη, τὸ κατειργασμένον δέρμα, Σουΐδ.
-ης, ἡ piel, cuero curtido Zonar.
δέψα, η (Α) δέψω
το κατεργασμένο δέρμα.