μιξεριφαρνογενής

From LSJ
Revision as of 19:10, 30 June 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+ [\w]+ [\w]+ [\w]+ [\w]+ [\w]+)<\/b>" to "$1")

δήλωσιν ποιούμενος ὅτι ὁ ἐντυγχάνων τοῖς τε λίθοις καὶ τοξεύμασι διεφθείρετο → intimating that it was a mere matter of chance who was hit and killed by stones and bow-shots

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μιξερῐφαρνογενής Medium diacritics: μιξεριφαρνογενής Low diacritics: μιξεριφαρνογενής Capitals: ΜΙΞΕΡΙΦΑΡΝΟΓΕΝΗΣ
Transliteration A: mixeripharnogenḗs Transliteration B: mixeripharnogenēs Transliteration C: mikserifarnogenis Beta Code: micerifarnogenh/s

English (LSJ)

ές,

   A of kid and lamb mixed together, χορδά Philox.2.34.

Greek (Liddell-Scott)

μιξερῐφαρνογενής: -ές, ὁ ἀναμὶξ ἔριφος καὶ ἀρνίον, Φιλόξ. 2. 34.

Greek Monolingual

μιξεριφαρνογενής, -ές (Α)
αυτός που προήλθε από μίξη εντέρων κατσικιού και αρνιού («μιξεριφαρνογενής χορδά», Φιλόξ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. μιξ(ο)- του μίγννμι /μείγνυμι + ἔριφος «κατσίκι» + ἀρήν, ἀρνός «αρνί» + -γενής (< γένος)].