παλίνστροφος

From LSJ
Revision as of 12:12, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (30)

Γλώσσῃ ματαίᾳ ζημία προστρίβεται → Afferre damna lubricum linguae solet → Der eitlen Zunge folgt die Strafe auf den Fuß

Menander, Monostichoi, 111
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πᾰλίνστροφος Medium diacritics: παλίνστροφος Low diacritics: παλίνστροφος Capitals: ΠΑΛΙΝΣΤΡΟΦΟΣ
Transliteration A: palínstrophos Transliteration B: palinstrophos Transliteration C: palinstrofos Beta Code: pali/nstrofos

English (LSJ)

ον,

   A = παλίνστρεπτος, Opp.C.2.99; παλίστρ-, Sch. Ar.Nu.298.

German (Pape)

[Seite 450] = παλίνστρεπτος, auch παλίστροφος geschrieben; Opp. Cyn. 2, 99; γνώμη, Schol. Ar. Nubb. 298; a. Sp.

Greek (Liddell-Scott)

πᾰλίνστροφος: -ον, = παλίνστρεπτος, Ὀππ. Κυν. 2. 99, Σχόλ. εἰς Ἀριστοφ. Νεφ. 298.

Greek Monolingual

παλίνστροφος, -ον (ΑΜ, Α και παλίστροφος, -ον)
στραμμένος προς τα πίσω.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πάλι(ν) + -στροφός (< στρόφος < στρέφω), πρβλ. αγχί-στροφος].