φακινοπώλιον

From LSJ
Revision as of 12:49, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (44)

Φύσιν πονηρὰν μεταβαλεῖν οὐ ῥᾴδιον → Haud facile commutatur ingenium malum → Verdorbene Natur zu ändern ist nicht leicht

Menander, Monostichoi, 531
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: φᾰκῐνοπώλιον Medium diacritics: φακινοπώλιον Low diacritics: φακινοπώλιον Capitals: ΦΑΚΙΝΟΠΩΛΙΟΝ
Transliteration A: phakinopṓlion Transliteration B: phakinopōlion Transliteration C: fakinopolion Beta Code: fakinopw/lion

English (LSJ)

   A v. φακεινοπώλιον.

Greek Monolingual

και φακεινοπώλιον, τὸ, Α
κατάστημα όπου πωλούνται μαγειρεμένες φακές.
[ΕΤΥΜΟΛ. < φάκινος + -πώλιον (< -πώλης), πρβλ. ξυλο-πώλιον].