πιττακιάρχης
From LSJ
Γήρως δὲ φαύλου τίς γένοιτ' ἂν ἐκτροπή; → Senectutis non habetur effugium malae → Wie könnte man dem schlimmen Alter wohl entflieh'n?
English (LSJ)
ου, ὁ, A president of a πιττάκιον 11, BGU634.2 (ii A. D.), etc.
Greek Monolingual
ὁ, Α
προϊστάμενος του πιττακίου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πιττάκιον + -άρχης (< ἄρχω), πρβλ. στρατ-άρχης].