γεωδαισία

From LSJ
Revision as of 17:19, 10 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")

ἀπὸ τῶν καρπῶν αὐτῶν ἐπιγνώσεσθε αὐτούς → ye shall know them by their fruits, by their fruits ye shall know them, by their fruits you shall know them, you will know them by their fruit

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: γεωδαισία Medium diacritics: γεωδαισία Low diacritics: γεωδαισία Capitals: ΓΕΩΔΑΙΣΙΑ
Transliteration A: geōdaisía Transliteration B: geōdaisia Transliteration C: geodaisia Beta Code: gewdaisi/a

English (LSJ)

ἡ, (δαίω)    A land-dividing: mensuration, opp. the science of geometry, Arist.Metaph.997b26, Jul.Gal.178b, Procl.in Euc. p.25 F.

German (Pape)

[Seite 488] ἡ, Erd-, Landvertheilung, Arist. Metaph. 2, 2.

Greek (Liddell-Scott)

γεωδαισία: ἡ, (δαίω) ἡ διανομὴ τῆς γῆς, ἡ τέχνη τῆς καταμετρήσεως κατ᾿ ἀντίθεσιν πρὸς τὴν ἐπιστήμην τῆς γεωμετρίας, Ἀριστ. Μεταφ. 2. 2, 26· γεωδαίτης, ὁ, ὁ καταμετρῶν τὴν γῆν, μτγν.

Spanish (DGE)

-ας, ἡ

• Alolema(s): γαδ- IG 92(1).609.11 (Naupacto VI/V a.C.)

• Grafía: graf. γεωδεσία Procl.in Euc.25.20, Anat.Laod.Arith.M.10.233D
1 reparto de tierra, IG l.c.
2 geodesia ciencia que determina la figura y magnitud de la tierra, op. ‘la geometría’, Arist.Metaph.997b26, Iul.Gal.38, Hero Def.135.7, Procl.l.c., Anat.Laod.l.c., Syrian.in Metaph.25.30, Dauid Prol.64.22, Alex.Aphr.in Metaph.199.6.

Greek Monolingual

η (Α γεωδαισία) γεωδαίτης
νεοελλ.
1. η επιστήμη που προσδιορίζει τα ύψη πάνω από τη στάθμη της θάλασσας, τις οριζόντιες θέσεις και τη μορφή του γεωειδούς
2. η τεχνική καταμέτρησης και απεικόνισης τμημάτων του εδάφους
αρχ.
χωρισμός μιας περιοχής και καταμέτρηση τών τμημάτων.

Russian (Dvoretsky)

γεωδαισία: ἡ геодезия, землемерие Arst.