κακόμουσος

From LSJ
Revision as of 22:15, 10 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")

Τὰ χρήματ' ἀνθρώποισιν εὑρίσκει φίλους → Money finds men friends → Invenit amicos hominibus pecunia → Was den Menschen Freunde findet, ist das Geld

Menander, Monostichoi, 500
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κᾰκόμουσος Medium diacritics: κακόμουσος Low diacritics: κακόμουσος Capitals: ΚΑΚΟΜΟΥΣΟΣ
Transliteration A: kakómousos Transliteration B: kakomousos Transliteration C: kakomousos Beta Code: kako/mousos

English (LSJ)

ον,    A unmusical, Χορεία Sch.E.Ph.786 (Sup.).

German (Pape)

[Seite 1301] = ἄμουσος, Schol. Eur. Phoen. 797.

Greek (Liddell-Scott)

κακόμουσος: -ον, ἄμουσος, Σχόλ. εἰς Εὐρ. Φοιν. 786· πρβλ. παράμουσος.

Greek Monolingual

-η, -ο (Α κακόμουσος, -ον)
ελλιπής στη μουσική, άμουσος, ακαλαίσθητος.
επίρρ...
κακομούσως
με κακόμουσο τρόπο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κακ(ο)- + -μουσος (< μοῦσα), πρβλ. ποικιλό-μουσος, φιλό-μουσος].