τρυπανίζω
From LSJ
Δημήτριος Γλαύκου προφητεύων ἀνέθηκε τοὺς λαμπαδηφόρους ... καὶ περιραντήρια ... → Demetrius son of Glaukos, being prophet, dedicated torch-bearers ... and lustral basins ...
English (LSJ)
A bore through, Hsch. (Pass.).
Greek (Liddell-Scott)
τρῡπᾰνίζω: διατρυπῶ διὰ τρυπάνου, «τρυπανίζεται· τρυπάνῳ πλήσσεται» Ἡσύχ.