χονδροπτισάνη

From LSJ
Revision as of 10:30, 12 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")

ὥσπερ γὰρ ζώου τῶν ὄψεων ἀφαιρεθεισῶν ἀχρειοῦται τὸ ὅλον, οὕτως ἐξ ἱστορίας ἀναιρεθείσης τῆς ἀληθείας τὸ καταλειπόμενον αὐτῆς ἀνωφελὲς γίνεται διήγημα → for just as a living creature which has lost its eyesight is wholly incapacitated, so if history is stripped of her truth all that is left is but an idle tale | for, just as closed eyes make the rest of an animal useless, what is left from a history blind to the truth is just a pointless tale

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: χονδροπτῐσάνη Medium diacritics: χονδροπτισάνη Low diacritics: χονδροπτισάνη Capitals: ΧΟΝΔΡΟΠΤΙΣΑΝΗ
Transliteration A: chondroptisánē Transliteration B: chondroptisanē Transliteration C: chondroptisani Beta Code: xondroptisa/nh

English (LSJ)

[ᾰ], ἡ,    A gruel of groats as a drink for sick persons, Paul.Aeg.1.72.

German (Pape)

[Seite 1364] ἡ, Ptisane von Graupen, Graupenschleim, für Kranke, zu trinken, Medic.

Greek (Liddell-Scott)

χονδροπτῐσάνη: [ᾰ]. ἡ, πτισάνη ἐκ χόνδρων, χρησιμεύουσα ὡς ποτὸν εἰς ἀσθενεῖς, Foës. Oec. Hipp. ἐν λ. χόνδρος.

Greek Monolingual

ἡ, Α
αφέψημα από χόνδρους, δηλαδή από χονδροαλεσμένο σιτάρι, το οποίο δινόταν σε ασθενείς ως ποτό.
[ΕΤΥΜΟΛ. < χόνδρος + πτισάνη «αφέψημα από χόνδρους ξεφλουδισμένου κριθαριού»].