ἀστροφεγγής
From LSJ
πόθῳ δὲ τοῦ θανόντος ἠγκιστρωμένη ψυχὴν περισπαίροντι φυσήσει νεκρῷ → pierced by sorrow for the dead shall breathe forth her soul on the quivering body
English (LSJ)
ές, A shining with the light of heavenly bodies, PMag. Par.1.2071.
Spanish (DGE)
-ές resplandeciente como las estrellas, PMag.4.1145.
Greek Monolingual
-ές (AM ἀστροφεγγής, -ές)
αυτός που φωτίζεται από την ακτινοβολία των άστρων.