ὀπισθοτονία
From LSJ
ἀσκέειν, περὶ τὰ νουσήματα, δύο, ὠφελέειν, ἢ μὴ βλάπτειν → strive, with regard to diseases, for two things — to do good, or to do no harm | as to diseases, make a habit of two things — to help, or at least, to do no harm
English (LSJ)
ἡ, A a disease in which the body is drawn back and stiffens, tetanic recurvation, Cael.Aur.CP3.61.
German (Pape)
[Seite 358] ἡ, eine Krankheit, durch welche die Glieder nach hinten gezogen werden und steif werden, Hippocr.
Greek (Liddell-Scott)
ὀπισθοτονία: ἡ, νόσος καθ’ ἣν τὰ μέλη τοῦ σώματος τεινόμενα κάμπτονται πρὸς τὰ ὀπίσω καὶ ἀποσκληρύνονται, εἶδος τετάνου, τὸ τοῦ Πλινίου dolor inflexibilis, Cael. Aurel.
Greek Monolingual
ὀπισθοτονία, ἡ (Α) οπισθότονος
νόσος κατά την οποία τα μέλη του σώματος, όταν τεντώνουν, κάμπτονται προς τα πίσω και σκληραίνουν.