πρόβραχυς

From LSJ
Revision as of 22:45, 30 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")

ἐὰν ᾖ τῳ θανάτου τετιμημένον → if sentence of death has been passed upon one

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: πρόβρᾰχῠς Medium diacritics: πρόβραχυς Low diacritics: πρόβραχυς Capitals: ΠΡΟΒΡΑΧΥΣ
Transliteration A: próbrachys Transliteration B: probrachys Transliteration C: provrachys Beta Code: pro/braxus

English (LSJ)

(sc. πούς), ὁ, A the foot - - - -, Diom.p.481 K.

Greek Monolingual

ο, ΝΑ
(ενν. πους) είδος μετρικού πόδα ο οποίος αποτελείται από πέντε συλλαβές, από τις οποίες η πρώτη είναι βραχεία και οι υπόλοιπες τέσσερεις μακρές, δηλ. U- - - -
[ΕΤΥΜΟΛ. < προ- + βραχύς.