ἀλεξίκακε τρισέληνε, μηδέποθ' ἡττηθείς, σήμερον ἐξετάθης → averter of woes, offspring of three nights, thou, who never didst suffer defeat, art to-day laid low
[Seite 598] u. s. f., att. statt περισσός u. s. f. w. m. s.
att. c. περίσσωμα.
περίττωμα -ατος, τό, Ion. περίσσωμα [περιττός] uitwerpsel.