μεταλλήγω
From LSJ
παραγραμμίζω τὰ τῶν θεῶν ὀνόματα → miswrite the gods' names
παραγραμμίζω τὰ τῶν θεῶν ὀνόματα → miswrite the gods' names
μεταλλήγω: Ἐπικ. ἀντὶ τοῦ μεταλήγω.
v. μεταλήγω.
see μεταλήγω.
μεταλλήγω (Α)
(επικ.τ.) βλ. μεταλήγω.
μεταλλήγω: Επικ. αντί μεταλήγω.
μεταλλήγω: эп. = *μεταλήγω.