ἑβδομεύομαι
From LSJ
Καλὸν τὸ θησαύρισμα κειμένη χάρις → Benefacta bene locata, thesaurus gravis → Ein schöner Schatz: ein Dank, den du zu Gute hast
English (LSJ)
Pass., of children, A receive a name at seven days of age, as was customary, Lys.Fr.95 S.
Greek (Liddell-Scott)
ἑβδομεύομαι: παθ. ἐπὶ τῶν νηπίων, λαμβάνω ὄνομα κατὰ τὴν ἑβδόμην ἡμέραν μετὰ τὴν γέννησις, ὡς ἦτο συνήθεια, Λυσ. παρ’ Ἁρπ.
Spanish (DGE)
recibir nombre el séptimo día los niños Lys.Fr.95S., Hsch.s.u. ἑβδομευόμενα.
Greek Monolingual
ἑβδομεύομαι (Α)
(για νήπιο) παίρνω το όνομά μου επτά ημέρες μετά τη γέννησή μου.