κυανοχίτων

From LSJ
Revision as of 06:41, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (22)

Ξίφος τιτρώσκει σῶμα, τὸν δὲ νοῦν λόγος → Ut corpus ensis, verba mentem sauciant → Das Schwert verletzt den Körper, doch den Sinn das Wort

Menander, Monostichoi, 393

English (Slater)

κῠᾰνοχίτων
   1 with dark-blue tunic ]ον κυανοχίτων[ (Π̆{S}: -κίτων Π.) Δ. 3. 5.

Greek Monolingual

κυανοχίτων, -ωνος, ὁ, ἡ (Α)
αυτός που φορά χιτώνα κυανού χρώματος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κυανός + χιτών (πρβλ. κισσο-χίτων, τοξο-χίτων)].