ξένος ὢν ἀκολούθει τοῖς ἐπιχωρίοις νόμοις → as a foreigner, follow the laws of that country | when in Rome, do as the Romans do
το
ανατ. το λευκό αιμοσφαίριο.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια, λ., πρβλ. αγγλ. leucocyte < leuc(o)- (πρβλ. λευκο-) + cyte (< κύτος). Η λ. μαρτυρείται από το 1896 στην εφημερίδα Ακρόπολις].