ῥᾴδιον φθείρειν φαρμακεύσεσιν ἢ ἀποτροπαῖς ἢ καὶ κλοπαῖς → easy to spoil by means of sorcery or diverting or theft
ἰθύνους, -ουν και -οος, -οον (Α)
αυτός που έχει ευθύ νου, ο ειλικρινής.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἰθύς (Ι) + -νους (< νους), πρβλ. κουφό-νους, υψί-νους].