Ἱερὸν ἀληθῶς ἐστιν ἡ συμβουλία → Consilia dare, res prorsus et vere sacra est → Ein Heiligtum ist in der Tat ein guter Rat
(AM ἀνδροῦμαι, -όομαι, ενεργ, ἀνδρῶ, -όω)
(για νέο) ενηλικιώνομαι
νεοελλ.
γίνομαι ανδρείος
μσν.-αρχ.
παντρεύομαι
αρχ.
1. (το ενεργ.) α) καθιστώ άνδρα κάποιον
β) προσδίδω ανδρεία
2. μέσ. έχω γενναία όψη.