Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ποιμνιοστάσιο

From LSJ
Revision as of 12:19, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (33)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Ἑαυτὸν οὐδεὶς ὁμολογεῖ κακοῦργος ὤν → Nemo maleficus se fatetur maleficum → Von sich gibt keiner zu, dass er ein Schurke ist

Menander, Monostichoi, 158

Greek Monolingual

το, Ν
περίφρακτος χώρος όπου σταβλίζονται τα ποίμνια, μαντρί, στάνη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ποίμνιο + -στάσιο (< -στάνης < ἵστημι), πρβλ. κλιμακο-στάσιο. Η λ., στον λόγιο τ. ποιμνιοστάσιον, μαρτυρείται από το 1851 στον Σ.Α. Κουμανούδη].