Οὕτως ἔδειξέν μοι κύριος καὶ ἰδοὺ ἐπιγονὴ ἀκρίδων ἐρχομένη ἑωθινή, καὶ ἰδοὺ βροῦχος εἷς Γωγ ὁ βασιλεύς (Amos 7:1) → Thus the Lord showed me and look, early-morning offspring of locusts coming, and look, one locust-larva: Gog the king.
Full diacritics: σκλῆμα | Medium diacritics: σκλῆμα | Low diacritics: σκλήμα | Capitals: ΣΚΛΗΜΑ |
Transliteration A: sklē̂ma | Transliteration B: sklēma | Transliteration C: sklima | Beta Code: sklh=ma |
ατος, τό, A dryness, hardness, induration, Gal.19.139 (prob. cj. for σκήλημα).
[Seite 900] τό, Trockenheit, Härte, Verhärtung, Medic., von σκέλλω.
σκλῆμα: τό, ξηρότης, σκλήρωμα, Γαλην.
-ήματος, τὸ, Α
βλ. σκλήρωμα.