ἀδιάτμητος
Κινδυνεύουσι γὰρ ὅσοι τυγχάνουσιν ὀρθῶς ἁπτόμενοι φιλοσοφίας λεληθέναι τοὺς ἄλλους ὅτι οὐδὲν ἄλλο αὐτοὶ ἐπιτηδεύουσιν ἢ ἀποθνῄσκειν τε καὶ τεθνάναι → Actually, the rest of us probably haven't realized that those who manage to pursue philosophy as it should be pursued are practicing nothing else but dying and being dead (Socrates via Plato, Phaedo 64a.5)
English (LSJ)
ον, A not cut in pieces, Aen. Tact.32.1.
Greek (Liddell-Scott)
ἀδιάτμητος: -ον, ὁ μὴ διατετμημένος εἰς τεμάχια, ἀδιαίρετος, Ἐκκλ.
Spanish (DGE)
-ον
1 impenetrable, que no puede atravesarse (ἱστία) χρή τισιν ἀδιατμήτοις περιβληθέντα κατατετάσθαι es preciso que sean extendidas (velas de barco) impregnadas con algunas substancias imposibles de atravesar (por los proyectiles), Aen.Tact.32.1.
2 indivisible de la naturaleza divina μονάς Gr.Nyss.Tres dei 41.3.
3 no quebrado, no roto κελεύσας τοῖς δημίοις ἀδιατμήτους αὐτοῦ τὰς ἀγκύλας καταλειφθῆναι A.Andr.Gr.51.13.